Τοπικά

“ΑΟΖ και μονομερής ανακήρυξη”

Του Ηρακλή Ρίζου

Ένα διαχρονικό πρόβλημα των Ελληνικών κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης κυρίως, ήταν η απουσία κινήτρων συνέχισης εποικισμού των ακριτικών νησιών και της οικονομικής εκμετάλλευσης των παρακείμενων βραχονησίδων. Για να παράξει ΑΟΖ ένα νησί ή μια βραχονησίδα πρέπει να είναι ή κατοικημένο ή να έχει οικονομική δραστηριότητα μέσω της χρήσης του. Οι Τούρκοι σήμερα δεν ενδιαφέρονται τόσο να καταλάβουν εθνικό μας έδαφος όσο να αρπάξουν τον υποθαλάσσιο πλούτο μας που περιέχεται στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) την οποία βεβαίως ΔΕΝ έχουμε ανακηρύξει εδώ και 36 χρόνια και ας έχουμε κυρώσει στη Βουλή τη σχετική Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS III-Montego Bay, 1982) που την καθορίζει ρητώς.

ΑΟΖ είναι η θαλάσσια περιοχή πέρα από τα χωρικά ύδατα, που εκτείνεται μέχρι 200 ναυτικά μίλια από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετριέται το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης. Στη Σύμβαση αναφέρεται ρητώς (Άρθρο 121) ότι όλα τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και ότι αυτή όπως και η υφαλοκρηπίδα καθορίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζονται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Ενώ όμως η υφαλοκρηπίδα ενός κράτους υπάρχει εξαρχής («ab initio») και αυτοδικαίως («ipso facto»), η ΑΟΖ αντιθέτως πρέπει να ανακηρυχθεί («ipso jure»). Η μονομερής ανακήρυξη ΑΟΖ είναι ένα σημαντικό βήμα, αλλά απαιτείται η σύναψη συμφωνιών οριοθέτησης με τα γειτονικά κράτη και, σε περίπτωση ασυμφωνίας, η εύρεση λύσης με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Τότε μόνο νομιμοποιούμαστε να προχωρήσουμε σε οικοπεδοποίηση και μετά σε αδειοδότηση έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων. Η Ελλάδα όμως δεν έχει οριοθετήσει υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ με καμία γειτονική χώρα, εκτός της Ιταλίας. Μεταξύ χωρών που έχουν παρακείμενες ακτές χρησιμοποιείται πρωτίστως, σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου η αρχή της «μέσης γραμμής». Η Τουρκία όμως απορρίπτει αυτή την αρχή λόγω «ειδικών περιστάσεων» και «τοπικών ιδιομορφιών» και προτείνει οριοθέτηση με βάση την αρχή της «ευθυδικίας» και της «αναλογικότητας».

Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Τουρκίας είναι το νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελόριζου που αποτελεί το κλειδί για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Επειδή βάσει του Διεθνούς Δικαίου το Καστελόριζο έχει ΑΟΖ, αυτή εφάπτεται με εκείνη της Κύπρου με αποτέλεσμα να περιορίζεται δραματικά η ΑΟΖ της Τουρκίας. Οι Τούρκοι διαχρονικά υποστηρίζουν ότι το Καστελόριζο δεν έχει υφαλοκρηπίδα, καθόσον επικάθεται στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας. Ισχυρίζονται επίσης ότι με βάση την «αναλογικότητα» το μέγεθος του νησιωτικού αυτού συμπλέγματος δεν επιτρέπει ίσα δικαιώματα με την ηπειρωτική Τουρκία, η οποία διαθέτει πολλαπλάσια σε μέγεθος ακτογραμμή. Το ζήτημα μπορεί να παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας, αλλά εκτιμάται ότι το δικαστήριο αυτό θα κρίνει και με πολιτικά κριτήρια. Δεν θα δικαιώσει δηλαδή 100% ούτε τη μία ούτε την άλλη πλευρά. Πιθανώς δεν θα αμφισβητηθεί για το Καστελόριζο η ύπαρξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, αλλά το ερώτημα είναι ποια έκταση θα αποδώσει.

Όσο το ζήτημα της ανακήρυξης και οριοθέτησης της ελληνικής ΑΟΖ παραμένει εκκρεμές, η Τουρκία όχι μόνο δεν θα μας επιτρέψει να εξορύξουμε υδρογονάνθρακες στη θάλασσα, αλλά και θα μας τους κλέψει όπου και όποτε μπορέσει. Ήδη ο φόβος της πιθανής αντίδρασης της Τουρκίας έχει ως αποτέλεσμα το ενδιαφέρον των διεθνών και ελληνικών ενεργειακών εταιριών την τρέχουσα περίοδο να εστιάζεται νοτιοδυτικά της Κρήτης και όχι στην περιοχή που εκτείνεται νοτιοανατολικά της Κρήτης μέχρι και το Καστελόριζο όπου υφίστανται εκτιμήσεις για εμπορεύσιμες ποσότητες υδρογονανθράκων. Δηλαδή οι Τούρκοι ήδη δεν μας επιτρέπουν να ψάξουμε όπου θέλουμε μέσα στην ΑΟΖ μας, αλλά μόνο μακριά τους. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τον εναέριο χώρο μας, ο οποίος έχει καθοριστεί με νόμο του 1936 στα 10 ναυτικά μίλια από τις ακτογραμμές, φαινόμενο παγκόσμιας πρωτοτυπίας, καθώς ισχύουν τα 6 μίλια ή η επέκτασή τους στα 12, που αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα της κάθε χώρας. Αυτό ως γνωστό προσκρούει στο casus belli που έχει κυρώσει με απόφασή της η Τουρκική εθνοσυνελεύση από τα τέλη της δεκαετίας του 80′. Θα μπορούσε κάλλιστα να ισχυριστεί κανείς ότι η εκάστοτε πολιτική ηγεσία στρουθοκαμήλιζε και μεταβίβαζε το πρόβλημα στην επόμενη, φτάνοντας στο σημερινό αδιέξοδο. Η ολιστική προσέγγιση που μεθοδικά και υπομονετικά χαρακτήριζε την Τουρκική εξωτερική πολιτική, απέφερε καρπούς αρχικά με τη θεωρία των γκρίζων ζωνών προς δημιουργία τετελεσμένων και τελικά με την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας και ΄΄νομιμοποίησης΄΄ κατά κάποιο τρόπο των παράλογων διεκδικήσεων της. Ας μη γελιόμαστε λοιπόν. Καμία πολιτική ηγεσία δεν θα αναλάβει το ρίσκο μιας πολεμικής εμπλοκής με τη γείτονα. Απλά και στωικά θα περιμένει την έξωθεν βοήθεια η οποία ποτέ δεν θα έρθει και θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα δίλημμα: Να δεχθεί τη μοιρασιά του φυσικού μας πλούτου και την απεμπόλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων ή να απαντήσει δυναμικά προς υπεράσπιση των θέσεων μας, οι οποίες πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο και τις ισχύουσες συνθήκες.

 

 Θες να μαθαίνεις πρώτος τα νέα από το TrikalaVoice.gr;

  Κάνε λήψη από το App Store
  Διαθέσιμο στο Google Play
  Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
  Ακολούθησε μας στο Instagram
  Ακολούθησε μας στο Twitter

Διαβάστε επίσης