Ελλάδα

Δικάστηκαν οι αρχαιοκάπηλοι της Θεσσαλίας. Τι απέγιναν τα αρχαία νομίσματα αξίας

Τον δρόμο της ποινικής διαπραγμάτευσης επέλεξαν οι κατηγορούμενοι μιας πολύκροτης υπόθεσης αρχαιοκαπηλίας που αποκαλύφθηκε μετά από επιχείρηση της  Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας τον Σεπτέμβριο του 2019.

Τότε με Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή Θεσσαλίας, τον προσφάτως αποστρατευθέντα με τον βαθμό του αντιστράτηγου, κ. Αστέριο Μαντζιώκα, αποκαλύφθηκε η δράση του κυκλώματος  που προέβαινε τουλάχιστον από τις αρχές του  2018 στη διενέργεια παρανόμων ανασκαφών στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας και της Πιερίας, με σκοπό την ανεύρεση ή αποκάλυψη αρχαίων αντικειμένων και λοιπών πολιτιστικών αγαθών, καθώς και την αποκόμιση παρανόμου περιουσιακού οφέλους από την περαιτέρω πώλησή τους. Η δράση της σπείρας είχε παρουσιαστεί αναλυτικά σε συνέντευξη Τύπου στο Αστυνομικό Μέγαρο Λάρισας και σύμφωνα με την τότε επικεφαλής του γραφείου Τύπου οι δράστες διενεργούσαν με διαφορετική κάθε φορά σύνθεση, παράνομες ανασκαφές αλλά και έρευνες εδάφους, κατά περίπτωση, σε αγροτικές ορεινές και ημιορεινές περιοχές της Θεσσαλίας και της Πιερίας, ακόμα και σε αρχαιολογικούς χώρους, με τη χρήση ειδικών ανιχνευτικών μηχανημάτων ή άλλων οργάνων διασκόπησης του εδάφους.

Από την αστυνομική επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 2019 σε  περιοχές της Λάρισας και της Καρδίτσας, συνελήφθησαν συνολικά οκτώ άτομα, ηλικίας από 32 έως 63 ετών.

Στο πλαίσιο της  επιχείρησης πραγματοποιήθηκαν τότε έρευνες, σε οικίες, κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος και σε αποθηκευτικό χώρο σε περιοχές της Λάρισας, της Καρδίτσας και της Αττικής, κατά τις οποίες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν  μεταξύ άλλων νομίσματα και άλλα αντικείμενα αρχαίων, βυζαντινών, ρωμαϊκών και νεότερων χρόνων, συσκευές ηλεκτρονικής ραβδοσκοπίας, ραβδοσκοπικές βέργες και όπλα.

Στην ίδια δικογραφία συμπεριλήφθηκαν επίσης άλλα 13 άτομα, μεταξύ των οποίων κι ένας αστυνομικός. Ωστόσο ο τελευταίος απαλλάχθηκε των κατηγοριών στη δίκη που έγινε πριν από μερικές μέρες στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας.

Για τους υπόλοιπους κατηγορουμένους η λύση που επέλεξαν ήταν η διαδικασία της ποινικής διαπραγμάτευσης όπου μετά από συμφωνία, εκτός ακροατηρίου, με τον εισαγγελέα της έδρας παραδέχτηκαν την ενοχή τους έναντι μειωμένης ποινής. Στη συνέχεια η ποινή εκφωνούνταν από την πρόεδρο της έδρας με τους κατηγορούμενους να δηλώνουν απλώς ότι συμφωνούν για να ολοκληρωθεί και τυπικά η διαδικασία. Για τους περισσότερους η ποινή κυμαίνεται σε ένα χρόνο και μερικούς μήνες φυλάκισης με τριετή αναστολή.

Περισσότερο χρόνο μάλιστα διήρκησε η επ’ ακροατηρίω διαδικασία για να συμφωνηθεί το ποσό για τα δικαστικά έξοδα με το δικαστήριο να «πέφτει» τελικά από τα 1200 στα 600 ευρώ εφαρμόζοντας την αρχή της αναλογικότητας καθώς οι περισσότεροι εκ των κατηγορουμένων ήταν αγρότες και μεροκαματιάρηδες.

Ο θεσμός της ποινικής διαπραγμάτευσης;

Σε περίπτωση που η δίκη διεξάγονταν κανονικά δηλαδή με καταθέσεις μαρτύρων, απολογίες κατηγορουμένων, αγορεύσεις συνηγόρων, εισαγγελέα και ενδεχομένως διάσκεψη της έδρας για την απόφαση, μια μέρα για την ολοκλήρωση της υπόθεσης ίσως δεν ήταν αρκετή.

Ο θεσμός της ποινικής διαπραγμάτευσης, όπως προωθείται τα τελευταία χρόνια και από το υπουργείο Δικαιοσύνης, δίνει τη δυνατότητα στους παράγοντες της δίκης να συμφωνήσουν σε ένα πλαίσιο αποδοχής της ενοχής του κατηγορουμένου και επιβολής σ’αυτόν κάποιας μικρής σχετικά ποινής προκειμένου να διεκπεραιώνονται οι υποθέσεις ταχύτερα όταν αυτό είναι εφικτό.

Μάλιστα το θέμα της επιλογής και προτίμησης των διαδικασιών της ποινικής διαπραγμάτευσης και ποινικής συνδιαλλαγής που προσφέρει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας είχε τεθεί υπόψιν των εισαγγελικών λειτουργών της χώρας και από την Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κα Ελένη Κοντακτσή σε πρόσφατη εγκύκλιο της.

Όπως αναφέρει η εγκύκλιος για την ποινική διαπραγμάτευση «πρόκειται για ένα φιλόδοξο θεσμό που, σε όσες χώρες έχει εισαχθεί, έχει λειτουργήσει με θεαματικά αποτελέσματα για την αποσυμφόρηση των πινακίων των ποινικών δικαστηρίων, ο οποίος άλλωστε είναι και ο βασικός σκοπός θεσμοθέτησής του».

Επισημαίνεται επίσης και ο ρόλος του εισαγγελέα ως «βασικού συντελεστή» για την αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων από τον σωρευμένο αριθμό υποθέσεων, αλλά και την ταχεία διευθέτηση των ποινικών υποθέσεων, προκειμένου να υπάρξει ο χρόνος για την εκδίκαση των λοιπών εκκρεμών τοιαύτων, και προτρέπει τους εισαγγελικούς λειτουργούς να λαμβάνουν την πρωτοβουλία «προκειμένου να εκκινήσει η διαδικασία της διαπραγμάτευσης, χωρίς ευθυνοφοβία ή δισταγμό, καθώς μέχρι σήμερα παρατηρείται το αντίθετο».

larissanet.gr

 Θες να μαθαίνεις πρώτος τα νέα από το TrikalaVoice.gr;

  Κάνε λήψη από το App Store
  Διαθέσιμο στο Google Play
  Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
  Ακολούθησε μας στο Instagram
  Ακολούθησε μας στο Twitter

Διαβάστε επίσης